Ο κεντρικός τραπεζίτης υποστήριξε ότι η κοινωνική ασφάλιση πρέπει να συμπληρωθεί από έναν δεύτερο πυλώνα, την επαγγελματική ασφάλιση, κι έναν τρίτο, τα προσωπικά συνταξιοδοτικά προϊόντα
Την ανάγκη να συμπληρωθεί η κοινωνική ασφάλιση από έναν δεύτερο πυλώνα, την επαγγελματική ασφάλιση και έναν τρίτο, τα προσωπικά συνταξιοδοτικά προϊόντα, υποστήριξε χθες ο διοικητής της Τράπεζας της Ελλάδος, Γιάννης Στουρνάρας, με στόχο –όπως είπε– τη διασφάλιση της βιωσιμότητας του ασφαλιστικού συστήματος, αλλά και της επάρκειας των συντάξεων για την αξιοπρεπή διαβίωση των πολιτών.
«Τα περιθώρια χρηματοδότησης των συντάξεων μόνο μέσα από τον κρατικό προϋπολογισμό είναι πλέον στενά», τόνισε ο κεντρικός τραπεζίτης και οι επισημάνσεις του ήταν αρκετές για να προκαλέσουν για άλλη μια φορά την αντίδραση του Μεγάρου Μαξίμου, που είδε σε αυτές το «διαβόητο ασφαλιστικό Πινοσέτ». Τον ταύτισε, βεβαίως, το πρωθυπουργικό γραφείο με τον αρχηγό της Ν.Δ., υποστηρίζοντας ότι οι απόψεις του απηχούν απολύτως το πρόγραμμα και τις προτάσεις του κ. Μητσοτάκη.
Την ίδια ώρα, πάντως, που η κυβέρνηση επέκρινε τον κ. Στουρνάρα για τις απόψεις του, στο ίδιο, 12ο ασφαλιστικό συνέδριο, όπου μίλησε ο κεντρικός τραπεζίτης, υποστήριζε ανάλογες θέσεις και ο υφυπουργός Κοινωνικής Ασφάλισης Τάσος Πετρόπουλος. Συγκεκριμένα, είπε ότι η ιδιωτική ασφάλιση δεν μπορεί να είναι υποκατάστατο της δημόσιας κοινωνικής ασφάλισης, αλλά προφανώς είναι σημαντική και αναγκαία, ως συμπληρωματική.
Ο κ. Στουρνάρας είπε ότι η ιδιωτική ασφάλιση, «λειτουργώντας συμπληρωματικά της κοινωνικής ασφάλισης», μπορεί να αποτελέσει μοχλό ανάπτυξης για τη χώρα, μέσω της αποταμίευσης και της παραγωγικής αξιοποίησής της.
Μιλώντας για τα επαγγελματικά ταμεία, τον δεύτερο πυλώνα, ο κεντρικός τραπεζίτης είπε ότι δεν αποτελούν εναλλακτικά της κοινωνικής ασφάλισης. «Ο δεύτερος πυλώνας όχι μόνο δεν πρέπει να ανταγωνίζεται τον πρώτο πυλώνα ασφάλισης των κρατικών συντάξεων, αλλά ούτε και να δομείται όπως αυτός». Σημείωσε ότι για να λειτουργήσει με επιτυχία στην πράξη, ο θεσμός δεν θα πρέπει να είναι ούτε κρατικός ούτε ιδιωτικοασφαλιστικός.
Σημειώνεται ότι στην Ευρωπαϊκή Ενωση υπάρχει ανάλογος προβληματισμός. Μάλιστα, για την επαγγελματική ασφάλιση ψηφίστηκε η οδηγία του 2016 ΙΟRP II, ενώ στο ίδιο πλαίσιο, τον προηγούμενο μήνα εγκρίθηκε και ο Κανονισμός Πανευρωπαϊκών Προσωπικών Συνταξιοδοτικών Προϊόντων (ΡΕΡΡ), του τρίτου πυλώνα. Ο κ. Στουρνάρας είπε ότι η γήρανση του πληθυσμού είναι μία από τις πιο σημαντικές προκλήσεις για την ελληνική οικονομία, καθώς ο λόγος των ατόμων άνω των 65 ετών προς αυτά σε παραγωγική ηλικία θα μειωθεί από 2 προς 6 σήμερα σε 2 προς 5 το 2070. Μίλησε για τους κινδύνους πλημμελούς εφαρμογής ή ανατροπής των μεταρρυθμίσεων, καθώς και των δικαστικών αποφάσεων.
Κριτική του Μαξίμου επέσυρε και η τοποθέτηση του κ. Στουρνάρα για τον τομέα της υγείας. Είπε ότι «η συμμετοχή του ιδιωτικού τομέα στην κάλυψη των αναγκών των πολιτών για υπηρεσίες υγείας θα βαίνει αυξανόμενη» και ότι «αν η προτεραιότητα του κράτους είναι η παροχή υπηρεσιών υγείας προς όλους τους πολίτες, τότε δεν μπορεί να τους παρέχει όλες τις υπηρεσίες υγείας».
«Πιστεύω, είπε, πως οι Ελληνες πολίτες θα ωφεληθούν από την εισαγωγή ενός εθνικού, δημόσιου, καθολικού συστήματος υγείας που να καλύπτει τις “ανάγκες” του πληθυσμού και να αφήνει τη χρηματοδότηση και την κάλυψη των “επιθυμιών” του σε μια κατάλληλα εποπτευόμενη αγορά ιδιωτικής ασφάλισης υγείας».
Το Μαξίμου υποστήριξε ότι ο κ. Στουρνάρας έχει αμφιβολίες για τη δυνατότητα χρηματοδότησης της καθολικής πρόσβασης σε δημόσιες υπηρεσίες υγείας, αμφισβητώντας έτσι τη στήριξη των ανασφάλιστων συμπολιτών μας.